Σλοβενικά » Αγγλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: stopicati , zastopati , zastopiti , zastrupljati και zastavljati

zastávlja|ti <-m; zastavljal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

I . zastrúplja|ti <-m; zastrupljal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

II . zastrúplja|ti ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

I . zastopí|ti <zastópim; zastópil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ οικ

II . zastopí|ti ΡΉΜΑ στιγμ αυτοπ ρήμα

zastopiti zastopíti se οικ:

zastópa|ti <-m; zastopal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

stopíca|ti <-m; stopical> ΡΉΜΑ εξακολ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina