Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „utesniti“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

utesní|ti <-m; utésnil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

utesniti στιγμ od utesnjevati:

Βλέπε και: utesnjeváti

utesnj|eváti <utesnjújem; utesnjevàl> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Po njegovi smrti leta 1241 so njegove sinove utesnili na dolnješlezijsko ozemlje, ki so si ga med seboj razdelili.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "utesniti" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina