Σλοβενικά » Αγγλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: dežurati και čekirati

I . čekíra|ti <-m; čekiral> ΡΉΜΑ στιγμ, εξακολ μεταβ οικ

1. čekirati (prijaviti):

2. čekirati οικ (preveriti):

II . čekíra|ti ΡΉΜΑ στιγμ, εξακολ αυτοπ ρήμα

čekirati čekírati se žarg (prijaviti se):

dežúra|ti <-m; dežural> ΡΉΜΑ εξακολ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Σλοβένικα

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina