Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „seniorka“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

séniork|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ

seniorka → senior 1.:

Βλέπε και: sénior

sénior (ka) <-ja, -ja, -ji> ΟΥΣ αρσ (θηλ)

1. senior (starejši član):

2. senior (starejši):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "seniorka" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina