Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „posojevalec“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

posojevál|ec (-ka) <-ca, -ca, -ci> ΟΥΣ αρσ (θηλ)

posojevalec (-ka)
posojevalec (-ka)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Dolgovi so hitro rasli in posojevalci denarja so začeli zahtevati vračilo dolgov.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "posojevalec" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina