Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „otrésati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

I . otrésa|ti <-m; otresal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

II . otrésa|ti ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

otresati otrésati se μτφ (odklanjati):

otrésati se
otrésati se odgovornosti

Παραδειγματικές φράσεις με otrésati

otrésati sadje z drevesa
otrésati se odgovornosti

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Bolj kot se otresamo pohlepa po posedovanju v vseh njegovih oblikaš, posebno samoljubnosti, manj nas bo strah umreti, ker s smrtjo ne bomo ničesar izgubili.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina