Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „opsovati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

ops|ováti <opsújem; opsoval> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ μτφ

opsovati
opsovati

Παραδειγματικές φράσεις με opsovati

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Bil je zelo vzkipljiv in ko je nekoč grdo opsoval svoje gospodarje so ga spodili iz hiše.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "opsovati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina