Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „negodovati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

negod|ováti <negodújem; negodovàl> ΡΉΜΑ εξακολ αμετάβ

negodovati
negodovati
negodovati nad dežjem

Παραδειγματικές φράσεις με negodovati

negodovati nad dežjem

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Kljub visokoletečim razsvetljenskim ciljem je več ustanovnih članov negodovalo nad povezanostjo z vlado, saj so se bali politizacije.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "negodovati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina