Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „afékcija“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

afékcij|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ

1. afekcija (vznemirjenost):

ljubezen mu je samo telesna afékcija

2. afekcija (obolenje) ΙΑΤΡ:

kožna afékcija

Παραδειγματικές φράσεις με afékcija

kožna afékcija

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina