strappato στο λεξικό PONS

strappato Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

le hanno strappato di mano la borsa

Αναζητήστε "strappato" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski