scrollarsi στο λεξικό PONS

scrollarsi Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

scrollarsi qc di dosso fig

Αναζητήστε "scrollarsi" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski