scalo στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για scalo στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

scalo ΟΥΣ αρσ

scalare ΡΉΜΑ trans

scalare ΕΠΊΘ

Μεταφράσεις για scalo στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

scalo Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

scalo merci
volo senza scalo
fare scalo

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
La costruzione dello scafo sullo scalo era poi affidata alle capacità dei maestri d'ascia e alle maestranze.
it.wikipedia.org
Trigleia fu famosa per il buon vino e lo scalo delle merci.
it.wikipedia.org

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski