l’arma στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για l’arma στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

arma <pl -i> ΟΥΣ θηλ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
arma f de doble filo a. fig

Μεταφράσεις για l’arma στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
la o (l’arma) Benemerita

l’arma Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Quando l’arma di cavalleria, per le necessità della guerra, rimase inoperosa, chiese ed ottenne di prendere parte attiva ai combattimenti.
it.wikipedia.org
In questi ultimi casi, la mancanza di sistemi di mira convenzionali rendeva l’arma un pesante fermacarte, inutilizzabile nel ruolo per cui era stata introdotta.
it.wikipedia.org

Αναζήτηση στο λεξικό

Ιταλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski