gassogeno στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για gassogeno στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
gassogeno m

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Gassogeno o gasogeno è un dispositivo in grado di produrre gas a partire da una massa solida.
it.wikipedia.org

Αναζητήστε "gassogeno" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski