garganella στο λεξικό PONS

garganella Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

bere a garganella
bere a garganella (bere molto)

Αναζητήστε "garganella" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski