d’ufficio στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για d’ufficio στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

ufficio <pl -ci> ΟΥΣ αρσ

orario d’ufficio
procedere d’ufficio
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
difensore d’ufficio
abuso di alcol/di potere/d’ufficio

Μεταφράσεις για d’ufficio στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
difensore m d’ufficio
giuramento m d’ufficio
d’ufficio

d’ufficio Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

orario d’ufficio
procedere d’ufficio
abuso di alcol/di potere/d’ufficio
difensore d’ufficio
orario d’ufficio

Αναζήτηση στο λεξικό

Ιταλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski