I.irrigatore [irriɡaˈtore] ΕΠΊΘ ΙΑΤΡ
II.irrigatore (irrigatrice) [irriɡaˈtore] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. irrigatore ΓΕΩΡΓ:
- irrigatore (irrigatrice)
2. irrigatore ΙΑΤΡ:
- irrigatore (irrigatrice)
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.