I.emofiliaco <πλ emofiliaci, emofiliache> [emofiˈliako, tʃi, ke] ΕΠΊΘ
II.emofiliaco (emofiliaca) <πλ emofiliaci, emofiliache> [emofiˈliako, tʃi, ke] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- haemophiliac βρετ
- hemophiliac αμερικ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.