aggiudicare στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για aggiudicare στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.aggiudicare [addʒudiˈkare] ΡΉΜΑ μεταβ

Μεταφράσεις για aggiudicare στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
aggiudicare

aggiudicare στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για aggiudicare στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.aggiudicare [ad·dʒu·di·ˈka:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

II.aggiudicare [ad·dʒu·di·ˈka:·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα aggiudicarsi

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
aggiudicare qc al migliore offerente

Μεταφράσεις για aggiudicare στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
aggiudicare

aggiudicare Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

aggiudicare qc al migliore offerente
aggiudicare qc (a qu)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
In questa edizione ha visto primeggiare nel medagliere la nazionale italiana capace di vincere 5 medaglie d'oro aggiudicandosi 3 prove su 4 di kata.
it.wikipedia.org
Sono stati aggiudicati i titoli nazionali assoluti di entrambi i sessi di: discesa libera, supergigante, slalom gigante, slalom speciale e di combinata.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "aggiudicare" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski