affiatarsi στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για affiatarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.affiatare [affjaˈtare] ΡΉΜΑ μεταβ (creare intesa)

Μεταφράσεις για affiatarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

affiatarsi στο λεξικό PONS

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Impiegò molti giorni per rendersi conto esattamente delle condizioni particolari e dell'insieme delle cose, e per affiatarsi con i suoi collaboratori.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "affiatarsi" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski