atizarse στο λεξικό PONS

atizarse Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

atizarse un trago fig

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski