Lecce στο λεξικό PONS

Lecce Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

habitante m/f de Lecce

Αναζήτηση στο λεξικό

Ισπανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski