Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „freelancer“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

freelancer [ˈfrilansɛr] SUBST mf αμετάβλ

freelancer
Freelancer(in) αρσ (θηλ)
freelancer
Freiberufler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский