Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ώσμωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ώσμωσ|η <-εις> [ˈɔzmɔsi] SUBST θηλ

ώσμωση
Osmose θηλ
αντίστροφη ώσμωση

Παραδειγματικές φράσεις με ώσμωση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский