Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψυχρομετρικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψυχρομετρικ|ός <-ή, -ό> [psixrɔmɛtriˈkɔs] ΕΠΊΘ ΜΗΧΑΝΙΚΉ

ψυχρομετρικός
psychrometrisch, Feuchtigkeits-
ψυχρομετρικός πίνακας
ψυχρομετρικός τύπος

Παραδειγματικές φράσεις με ψυχρομετρικός

ψυχρομετρικός πίνακας
ψυχρομετρικός τύπος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский