Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψυχοπονώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψυχοπον|ώ <-άς, -εσα> [psixɔpɔˈnɔ] VERB μεταβ

ψυχοπονώ κάποιον

Παραδειγματικές φράσεις με ψυχοπονώ

ψυχοπονώ κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский