Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψευδάμωμο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψευδάμωμο [psɛvˈðamɔmɔ] SUBST ουδ

ψευδάμωμο το φαρμακευτικό

Παραδειγματικές φράσεις με ψευδάμωμο

ψευδάμωμο το φαρμακευτικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский