Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: φυσιοθεραπευτής , φυσιοθεραπεία και φυσικοθεραπεία

φυσιοθεραπευτής (φυσιοθεραπεύτρια) [fisiɔθɛrapɛfˈtis, fisiɔθɛraˈpɛftria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

φυσιοθεραπευτής (φυσιοθεραπεύτρια)
Physiotherapeut(in) αρσ (θηλ)

φυσιοθεραπεία [fisiɔθɛraˈpia] SUBST θηλ

φυσικοθεραπεία

φυσικοθεραπεία s. φυσιοθεραπεία

Βλέπε και: φυσιοθεραπεία

φυσιοθεραπεία [fisiɔθɛraˈpia] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский