Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φρικίαση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φρικίασ|η <-εις> [friˈciasi] SUBST θηλ

φρικίαση
Schauder αρσ
ένιωσα μια φρικίαση

Παραδειγματικές φράσεις με φρικίαση

ένιωσα μια φρικίαση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский