Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φιλολογικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φιλολογικ|ός <-ή, -ό> [filɔlɔjiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. φιλολογικός (φιλολογίας):

φιλολογικός

2. φιλολογικός μτφ (λόγος):

φιλολογικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский