Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φιλανθρωπία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φιλανθρωπία [filanθrɔˈpia] SUBST θηλ

1. φιλανθρωπία (αγάπη για τους συνανθρώπους):

φιλανθρωπία

2. φιλανθρωπία (ευεργεσία):

φιλανθρωπία
Wohltat θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский