Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φάρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φάρα [ˈfara] SUBST θηλ

1. φάρα (γένος):

φάρα
Geschlecht ουδ

2. φάρα μειωτ:

φάρα
Schlag αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με φάρα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский