Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπόθαλψη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπόθαλψ|η <-εις> [iˈpɔθalpsi] SUBST θηλ

1. υπόθαλψη (προστασία):

υπόθαλψη
Schutz αρσ

2. υπόθαλψη μτφ (υποδαύλιση):

υπόθαλψη
Schüren ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский