Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπομονετικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπομονετικ|ός [ipɔmɔnɛtiˈkɔs], υπομονητικ|ός [ipɔmɔnitiˈkɔs] <-ή, -ό> ΕΠΊΘ

υπομονετικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский