Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τυφλοσούρτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τυφλοσούρτης [tiflɔˈsurtis] SUBST αρσ

1. τυφλοσούρτης (οδηγός τυφλού):

τυφλοσούρτης

2. τυφλοσούρτης ΣΧΟΛ:

τυφλοσούρτης
Spickzettel αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский