Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τρόχιλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τρόχιλος [ˈtrɔçilɔs], τροχίλος [trɔˈçilɔs] SUBST αρσ

1. τρόχιλος (τροχός):

τρόχιλος
Rolle θηλ

2. τρόχιλος (κολίμπρι):

τρόχιλος
Kolibri αρσ

3. τρόχιλος (αρχαίας ΑΡΧΙΤ):

τρόχιλος
Trochilus αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский