Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τρικούβερτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τρικούβερτ|ος <-η, -ο> [triˈkuvɛrtɔs] ΕΠΊΘ

1. τρικούβερτος ΝΑΥΣ:

Dreidecker αρσ

2. τρικούβερτος μτφ (μεγάλος):

τρικούβερτος
Riesen-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский