Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τορπιλικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τορπιλικό [tɔrpiliˈkɔ] SUBST ουδ, τορπιλοβόλο [tɔrpilɔˈvɔlɔ] SUBST ουδ

τορπιλικό
Torpedoboot ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский