Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ταίρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ταίρι [ˈtɛri] SUBST ουδ

1. ταίρι (γάντι):

ταίρι
Gegenstück ουδ

2. ταίρι (άνθρωπος, σύντροφος):

ταίρι
Partner(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский