Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σφαγιάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σφαγ|ιάζω <-ίασα, -ιάστηκα, -ιασμένος> [sfaˈjazɔ] VERB μεταβ

1. σφαγιάζω (σφάζω):

σφαγιάζω

2. σφαγιάζω μτφ (καταστρέφω):

σφαγιάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский