Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συχωροχάρτι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συ(γ)χωροχάρτι [si(ŋ)xɔrɔˈxarti] SUBST ουδ

1. συ(γ)χωροχάρτι:

συ(γ)χωροχάρτι ΙΣΤΟΡΊΑ, ΘΡΗΣΚ
Ablass αρσ

2. συ(γ)χωροχάρτι μτφ:

δίνω σε κάποιον συχωροχάρτι

Παραδειγματικές φράσεις με συχωροχάρτι

δίνω σε κάποιον συχωροχάρτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский