Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „συνταξιοδοτήθηκε“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά

(Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)
συνταξιούχος mf (που συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский