Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συντακτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συντακτικ|ός [sindaktiˈkɔs], συνταχτικ|ός [sindaxtiˈkɔs] <-ή, -ό> ΕΠΊΘ

1. συντακτικός ΓΛΩΣΣ:

συντακτικός

2. συντακτικός (της σύνταξης εφημερίδας κτλ):

συντακτικός
Redaktions-

3. συντακτικός ΠΟΛΙΤ (συνέλευση):

συντακτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский