Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συγκριματικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συγκριματικ|ός <-ή, -ό> [siŋgrimatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

συγκριματικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский