Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συγκοινωνιακός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συγκοινωνιακ|ός <-ή, -ό> [siɲɟinɔniaˈkɔs] ΕΠΊΘ

συγκοινωνιακός
Verkehrs-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский