Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στάνταρ στάνταρτ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στάνταρ(τ) [ˈstandar(t)] SUBST ουδ αμετάβλ

1. στάνταρ(τ) (γενικά):

Standard αρσ

2. στάνταρ(τ) (βιομηχανικό):

Norm θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский