Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σπόιλερ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σπόιλερ [ˈspɔilɛr] SUBST ουδ αμετάβλ

1. σπόιλερ (αυτοκινήτου):

σπόιλερ
Spoiler αρσ

2. σπόιλερ ΑΕΡΟ:

σπόιλερ
Störklappe θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский