Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σπιτονοικοκυρά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σπιτονοικοκύρ|ης <-ηδες> [spitɔnikɔˈciris] SUBST αρσ, σπιτονοικοκυρά [spitɔnikɔciˈra] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский