Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: σπιριτουαλιστής , σπιριτουαλιστικός και σπιριτουαλισμός

σπιριτουαλιστής (σπιριτουαλίστρια) [spiritualisˈtis, spirituaˈlistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

σπιριτουαλιστής (σπιριτουαλίστρια)
Spiritualist(in) αρσ (θηλ)

σπιριτουαλιστικ|ός <-ή, -ό> [spiritualistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

σπιριτουαλισμός [spiritualizˈmɔs] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский