Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σπηλιά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σπήλαιο [ˈspilɛɔ] SUBST ουδ, σπηλιά [spiˈʎa] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский